Loading
Σεξισμός στη ραπ μουσική

Σεξισμός στη ραπ μουσική

Ο Γλωσσικός σεξισμός ως πεδίο προβληματισμού

Χαρακτηριστικά κινήματος παίρνει πλέον ο καταιγισμός καταγγελιών γυναικών και ανδρών για κάθε είδους κακοποίηση που έχουν υποστεί στον εργασιακό τους χώρο. Ο ασκός του Αιόλου έχει πλέον ανοίξει και δεκάδες άνθρωποι από διαφορετικούς κλάδους πήραν κουράγιο και προχωρούν μέχρι σήμερα σε καταγγελίες για κακοποίηση ή παρενόχληση που έχουν υποστεί. Στο παρελθόν το ζήτημα σεξισμού και ομοφοβίας στην ελληνική ραπ σκηνή έχει τεθεί επί τάπητος ξανά ύστερα από διαμαρτυρίες προς διοργανωτές συγκεκριμένων φεστιβάλ, που συμπεριλάμβαναν εμφανίσεις καλλιτεχνών, των οποίων ορισμένα τραγούδια φέρουν σεξιστικό και ομοφοβικό περιεχόμενο. Φρονώ όμως, ότι όλο αυτό που συμβαίνει τελευταία μπορεί να αποτελέσει σημαντική ευκαιρία αναθεώρησης των αξιών, που προάγει η ραπ μουσική, και ανασκόπησης του κατα πόσο ανεκτός ή επιλήψιμος μπορεί να γίνει ο γλωσσικός σεξισμός στα πλαίσια αυτής.

Στη ραπ μουσική, η οποία δεν γίνεται να μνημονευτεί ξεχωριστά από το πλαίσιο της χιπ χοπ κουλτούρας, μιας κουλτούρας που έχει βάση ελευθεριακή, και ανέκαθεν αποστολή της ήταν να προάγει την αλληλεγγύη, την ισότητα, την ενότητα, τα ζητήματα που ανακύπτουν είναι τα εξής: Aπό τη μία υπάρχει η αντίληψη ότι το battle rap – αλλά όχι μόνο - ενέχει από τη φύση του επιθετικότητα, που δεν χρειάζεται να τη λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν, και αντιθέτως αν γίνει προσπάθεια περιορισμού αυτής, θεωρείται λογοκρισία. Η ίδια άποψη δεν δέχεται ότι στερεοτυπικές και σεξιστικές αναφορές (που κυρίως εκφράζονται μέσα από βρισιές σε κομμάτια), χαρακτηρίζουν κάποιον mc σεξιστή, μισογύνη ή ομοφοβικό. Από την άλλη πλευρά όμως, βρίσκονται και εκείνοι που αποξενώνονται από τη ραπ μουσική γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, διότι θεωρούν πως η αναπαραγωγή σεξιστικού, μισογύνικου και ομοφοβικού λόγου δεν χωρά σε μία μουσική που ιστορικά πολεμά για την ισότητα, τον αντιφασισμό και τον αντιρατσισμό. Η απάντηση σε αυτές τις επικρατέστερες απόψεις δεν είναι τόσο εύλογη όσο φαίνεται. Κι όμως, και οι δύο γνώμες ανταποκρίνονται εν μέρει στην πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι NWA με το «A bitch Iz a Bitch», ή ο Tupac που από τη μία τραγουδούσε το «Wonda Why They Call U Bitch» και ταυτόχρονα το άσμα του «Dear Mama», ενώ το «Keep Ya Head Up» από τον δίσκο “Strictly 4 my N.I.G.G.A.Z.” έκοβε πάνω από 1.5 εκατομμύριο αντίτυπα. Όλος ο πλανήτης αποκαλούσε τον 2Pac «φωνή της αλήθειας» και οι NWA ήταν ένα από τα συγκροτήματα που ρεαλιστικά άλλαξαν τη μουσική στον κόσμο προάγοντας την αξία της ισότητας και καταδεικνύοντας τις ρατσιστικές πρακτικές του κράτους των ΗΠΑ, γεγονότα που δεν τίθουν περιθώρια αμφισβήτησης. Για να διερευνηθεί αυτή η αντίφαση και να εκλογικευτεί, πρέπει να υπάρξει αποδοχή κοινής αφετηρίας: H μουσική αυτή, διαδόθηκε και έφτασε κατ’ επέκταση σε εμάς, με όλες τις ιδιαιτερότητες της.

Ας αναλογιστούμε τους πρώτους ανθρώπους που μερίμνησαν για τη διάδοση της κουλτούρας από το 70 και μετά. Αφροαμερικάνοι, Πορτορικανοί, γενικά Λατινοαμερικάνοι, που από μέσα τους εξεράγει αυτό το πελώριο κύμα ως αντίδραση για την καταπίεση και τον φυλετικό ρατσισμό που δέχονταν. Σε εμάς φαίνεται αδιανόητο εν έτη 2021 να παραγκωνιζόμαστε από κοινωνικές εκφάνσεις της καθημερινής ζωής, να μην μπορούμε λόγω φυλετικής καταγωγής να σπουδάσουμε, να βγάλουμε δίπλωμα οδήγησης, να μπούμε σε ένα κλαμπ, να βρούμε εργασία, αλλά για εκείνους τους ανθρώπους τότε αποτελούσε μια πραγματική δυστοπία. Μεγαλώνοντας σε τέτοιο περιβάλλον, ναι μεν πολλοί δημιουργούσαν οικογένειες και σχέσεις, αμφίβολο είναι όμως, κατά πόσο μπορούσαν να αγαπήσουν με υγιή τρόπο τις γυναίκες τους, τις οικογένειες τους, τον ίδιο τους τον εαυτό, σε μία κοινωνία που καθημερινά και στο πιο απλό και δεδομένο πράγμα, σου υπενθυμίζει ότι δεν αξίζεις όσο κάποιος άλλος (λευκός). Η δουλεία ναι μεν απαγορεύτηκε το 1865, ο ρατσισμός συνέχισε να σπείρει δηλητήριο, και εναρμονισμένος αργότερα με τη σύγχρονη αποικιοκρατία και τον εθνικισμό έφτασε στο απόγειό του, όταν η συνάντηση μεταξύ του φασισμού και του αντισημιτισμού στη ναζιστική Γερμανία είχε καταστροφικό αποτέλεσμα. Η πτώση του φασιστικού τέρατος, άνοιξε τον δρόμο για την ανάπτυξη μιας νέου τύπου ακροδεξιάς, της οποίας η ιδεολογία ενσωματώνει μεταλλάξεις του εικοστού πρώτου αιώνα. Το ενοποιητικό στοιχείο της νέας αυτής ακροδεξιάς υπήρξε η ξενοφοβία, η φυλετική υπονόμευση, η υποτίμηση των δικαιωμάτων των γυναικών και των ομοφυλοφίλων. Ο παγιωμένος ρατσισμός από τότε, αποτέλεσε στοιχείο που συγκεντρώνει όλες τις κοινωνικές παθολογίες και οδήγησε στην δημιουργία μιας φασιστικής μήτρας, η οποία γεννά ξενοφοβία, μισογυνισμό, ομοφοβικές αντιλήψεις, και συντηρείται με άλλα τέτοια στερεότυπα. Η εξέταση λοιπόν, μέσα από ένα ιστορικό πρίσμα της παραγωγής του ρατσισμού ενάντια στην διαφορετικότητα, όπου στην προκειμένη εξετάζουμε την ετερότητα ρου φύλου (sex), είναι απαραίτητη προκειμένου να κατανοήσουμε την εξέλιξή και την αφομοίωση του ακόμα και από τα ίδια θύματα ρατσισμού.

Με αυτά τα δεδομένα ξεκίνησε να διαδίδεται η ραπ μουσική σε άλλες χώρες του κόσμου, φτάνοντας και στη δική μας, της οποίας η κοινωνία ήταν ανέκαθεν βαθιά πατριαρχική. Και όταν αναφέρω πατριαρχική, δεν εννοώ μόνο την άνιση μεταχείριση των ανδρών, των γυναικών και των άλλων φύλων από την κοινωνία και το κράτος, αλλά συμπεριλαμβάνω και τις ριζομένες πατριαρχικές αντιλήψεις που ασυναίσθητα κουβαλάμε μέχρι και σήμερα, όσο και αν είναι δύσκολο να το αποδεχτούμε. Συστηματικά οι άντρες διδάσκονται ότι η αρρενωπότητά τους κινδυνεύει εάν αποκλίνουν έστω και λίγο από τα στερεότυπα που η κοινωνία προτάσσει ως “μη αντρικά”. Κάθε απόκλιση από αυτά τα πρότυπα σημαίνει κίνδυνο στιγματισμού για εκείνους, με αποτέλεσμα να αποτελεί ταμπού η σεξουαλικότητα και κάθε σεξουαλική προτίμηση που μπορεί να έχει κάποιος, την οποία για να αποφύγει τον χλεβασμό και την υποτίμηση του ανδρισμού του, οφείλει να την κρύβει, όχι λόγω της διαφύλαξης των πληροφοριών για την προσωπική του ζωή, αλλά κυρίως λόγω εκφοβισμού και ντροπής. Αντίστοιχα επίσης οι γυναίκες καταπιέζονται συστημικά για τη σεξουαλικότητα τους, της οποίας κάθε απενεχοποίηση θεωρείται μεπμτή για το ήθος και το ποιόν της γυναίκας, ακόμα και αν κατηγορηθεί για ίδιες πράξεις με έναν άνδρα, βρίσκεται πάντα σε μειονεκτική θέση σε αντίθεση με εκείνον.

Κάπως έτσι οδηγούμαστε και στον γλωσσικό σεξισμό, ο οποίος βρίσκεται σε μία αμφίδρομη και αλληλοσυμπληρώμενη σχέση με τη δομή της κοινωνίας, δηλαδή υπάρχει ανάμεσα στο φύλο και τη γλώσσα, όχι μόνο στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τη γλώσσα τα δύο φύλα αλλά και στον τρόπο με τον οποίο η ίδια η γλώσσα αντιμετωπίζει αυτά. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί ο γενικός παραδεδεγμένος κανόνας όπου τα αρσενικά ονόματα χρησιμοποιούνται γενικευτικά για αναφορά σε ομάδες που αποτελούνται από άτομα και των δυο φύλων, επειδή το αρσενικό θεωρείται ως το επικρατέστερο γένος και γι’ αυτό μπορεί να συμπεριλάβει το θηλυκό. Επίσης στα επαγγελματικά ονόματα υπάρχει μεγάλη ανισότητα ανάμεσα στον αρσενικό και τον θηλυκό τύπο, στα επώνυμα μας ακόμα η επιλογή τους έχει σχέση με το αν θα επιλέξουμε να μας προσφωνούν με το επώνυμο του συζήγου ή του πατέρα μας. Τα παράγωγα του λεξήματος «άνδρας» είναι συνδεδεμένα με θετικές σημασίες ενώ τα παράγωγα του λεξήματος «γυναίκα» με αρνητικές. Η πλειοψηφία των συνθέτων που έχουν ως πρώτο ή δεύτερο συνθετικό κάποια λέξη που αναφέρεται στο γυναικείο φύλο είναι συνδεδεμένη με αρνητικές και υποτιμητικές σημασίες ενώ ισχύει ακριβώς το αντίθετο με το αρσενικό. Επιπροσθέτως το αρσενικό γένος θεωρείται επίσης επικρατέστερο του θηλυκού και γι΄αυτό πάντα προηγείται. Ο σεξισμός στη διαδικασία της σύνθεσης στα αγγλικά λειτουργεί με παρεμφερή τρόπο. Όταν θέλουμε να αναφερθούμε στον άνθρωπο και το ανθρώπινο είδος γενικά, τότε κάνουμε χρήση των λέξεων man και mankind. Οι λέξεις αυτές περιλαμβάνουν τόσο το αρσενικό όσο και το θηλυκό γένος. Χρησιμοποιούνται δηλαδή με γενικευτικό τρόπο. Εμβηματική προφανώς η προβληματική, όπου η λέξη man χρησιμοποιείται για να περιγράψει και τα άτομα αρσενικού μόνο γένους. Έχει λοιπόν διπλό ρόλο: μπορεί να σημαίνει τον άνδρα ή κάποιον άνθρωπο οποιουδήποτε φύλου. Με τον τρόπο αυτό ο άνδρας και το αρσενικό φύλο αντιμετωπίζονται ως η νόρμα, ο αμαρκάριστος τύπος, ενώ η γυναίκα και το θηλυκό φύλο είναι ο μαρκαρισμένος τύπος ο οποίος περιλαμβάνεται μέσα στον αρσενικό. Πλην όμως τον γλωσσικό σεξισμό που μας περνά φανερά απαρατήρητος λόγω αιώνων χρήσης της ίδιας γλώσσας, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε και το ίδιο για τα ομοφοβικά νοήματα που αναπαράγονται στη καθημερινή χρήση της γλώσσας και ταυτίζουν την ομοφυλοφιλία ή χρησιμοποιούν την τακτική “θυληκοποίησης” του άλλου, με την προδοσία, τη ρουφιανιά και γενικότερα την έλλειψη τιμής και ήθους.

Όλα αυτά, αποτελούν ένα συνοθήλευμα λόγων οι οποίοι πρέπει να εντοπιστούν πρωτίστως, να γίνουν κατανοητοί, και ύστερα να ασκηθεί κριτική. Η ραπ μουσική εκφράζεται μέσω λέξεων, ο οποίες φέρουν τεράστια νοήματα και αναπαράγουν ιδέες, ξυπνούν συναισθήματα, μπορούν να εμπνεύσουν, να αναπαράγουν (ή να διακόψουν) σεξιστικές, τρανσφοβικές και ομοφοβικές αντιλήψεις .

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι είναι επιθυμητό να υπάρξει λογοκρισία στους στίχους των τραγουδιών και να αναδείξει ποιους καλλιτέχνες επιτρέπεται να ακούμε και ποιους όχι. Όμως ίσως πρέπει επιτέλους η οικειοποίηση λέξεων και νοημάτων με σεξιστικό ή ομοφοβικό περιεχόμενο να αποτελεί πεδίο προβληματισμού και όχι κάτι δεδομένο και αποδεκτό στη μουσική. Η γλώσσα μας διαμορφώνει τη σκέψη μας και ο τρόπος που σκεφτόμαστε επηρεάζει τις πράξεις μας. Γλώσσα που παραγνωρίζει τη διάσταση του φύλου ή που κάνει διακρίσεις, ενισχύει τις σεξιστικές στάσεις και συμπεριφορές. Ίσως κάποια στιγμή αυτή η υπέροχη μουσική έκφραση να αποφασίσει να αφήσει πίσω αυτές τις αναχρονιστικές αντιλήψεις, που το μόνο που προκαλούν είναι την διαιώνιση της καταπίεσης ανθρώπου από άνθρωπο, και να ντυθεί με στίχους που προάγουν την αλληλεγγύη σε κάθε πληττόμενη κοινωνική ομάδα, την ισότητα και τον σεβασμό στο διαφορετικό. Η δύναμη της ραπ μουσικής και του χιπ χοπ κινήματος φέρει απίστευτη δυναμική, και όπως στο παρελθόν έχει κινήσει την πορεία της ιστορίας, έχει τη δύναμη να φέρει μεγάλες κοινωνικές αλλαγές στο μέλλον. Τα νοήματα της μουσικής αποτυπώνουν μια πραγματικότητα και ίσως είναι καιρός να αναλογιστούμε, αν επιθυμούμε να αλλάξουμε αυτήν την πραγματικότητα, άρα και τις λέξεις της.

Μαριλένα Βενέτη

SHARE THIS